της Ευγενίας Ουζουνίδου*
Λίγα 24ωρα μετά την
ολοκλήρωση της συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής για την πρόταση δυσπιστίας
ενάντια στην κυβέρνηση, που κατέθεσε η
Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, οι πρώτες σκέψεις που γεννιούνται είναι ότι βρισκόμαστε πλέον στην αρχή μιας νέας πορείας
για τη δημοκρατική ανατροπή, καθώς η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με
πολιτικές προκλήσεις και η λαϊκή δυσαρέσκεια φουντώνει, κάνοντας την κοινωνία
να μοιάζει σα χύτρα έτοιμη να εκραγεί.
Η κυβέρνηση βγήκε από την
αίθουσα της Βουλής προφανώς τραυματισμένη. Δεν είναι μόνο η απώλεια της κ.
Τζάκρη, αλλά και το γεγονός ότι αρκετοί βουλευτές της Ν.Δ. απέφυγαν να πάρουν
το λόγο και αρκετοί βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης εκβιαζόμενοι.
Την ίδια ώρα, ακόμη και οι κυβερνητικοί βουλευτές που πήραν τον λόγο απέφυγαν
επιμελώς να στηρίξουν την εφαρμοζόμενη πολιτική, περιοριζόμενοι απλά να
σχολιάζουν το χρόνο που επέλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει την πρόταση μομφής.
Η Δημοκρατία στο απόσπασμα
Σαράντα χρόνια από την
εξέγερση του Πολυτεχνείου ζούμε μια απαράδεκτη προσπάθεια, εκ μέρους της Ν.Δ.
και του ΠΑΣΟΚ αυτή τη φορά, να μπει η Δημοκρατία στη φορμόλη και να στηθεί
στο απόσπασμα.
Με την ολοκλήρωση του
πραξικοπήματος στην ΕΡΤ, η κυβέρνηση βουλιάζει ακόμη περισσότερο στο πεδίο της
αντιδημοκρατικής εκτροπής. Μίας εκτροπής που τα τελευταία μνημονιακά χρόνια
ολοένα βαθαίνει με την έλλειψη σεβασμού στη νομοθετική διαδικασία, με το πλήθος
των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου και
Π.Δ
Η ιστορία δείχνει το μίσος
των οικονομικά ισχυρών, τη δυσφορία
τους, τις τακτικές και τις στρατηγικές που επινοούσαν για να παρακάμψουν τη
δημοκρατία και τη λαϊκή εντολή, να την απενεργοποιήσουν, να τη μετατρέψουν σε
ένα χυδαίο -δηλαδή αγοραίο- «νταραβέρι», όταν δεν μπορούσαν να την καταργήσουν.
Η δημοκρατία δεν είναι ένα
κόλπο των οικονομικά ισχυρών, δεν ήταν ποτέ, δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να είναι. Για
την κυβέρνηση της Αριστεράς είναι δέσμευση η αποκατάσταση των κοινωνικών και
πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά και των συνταγματικών απαιτήσεων του λαού μας.
Η κυβέρνηση Σαμαρά βρίσκεται
στην εξουσία με την εντολή του ελληνικού λαού, τον οποίο εξαπάτησε με ένα
προεκλογικό αντιμνημονιακό προφίλ, που
όμως ξεφλουδίστηκε από την πρώτη στιγμή. Άλλα υποσχέθηκαν οι κυβερνώντες
κι άλλα εφάρμοσαν, ισχυριζόμενοι μάλιστα ,τώρα, ότι κατέχουν τη λαϊκή εντολή.
Η χώρα βρέθηκε στη δίνη
μίας βαθιάς καπιταλιστικής συστημικής
κρίσης, που όμοιά της δεν έχουμε ξαναδεί από την κρίση του 1929- ίσως και να
την ξεπερνά-, την οποία και τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ το
βροντοφώναζε, αρνήθηκαν συστηματικά.
Τότε, οι κυβερνώντες επέλεξαν να
αποδώσουν ευθύνες στον ελληνικό λαό διαπομπεύοντάς τον στην οικουμένη ως
«τεμπέλη» και επιβαρύνοντάς τον με μία σειρά οριζόντιων μέτρων, που τον οδήγησαν στην ανεργία και τη φτώχεια
-ταυτόχρονα, με περισσό θράσος, μιλάνε
για success story και πρωτογενή πλεονάσματα-, ενώ την ίδια ώρα διευκόλυναν τον
εκφασισμό της κοινωνίας με τις πολιτικές τους και τη θεωρία των δυο άκρων.
Το θέμα της Δημοκρατίας
πέφτει σε μια καυτή και σύνθετη πολιτική συγκυρία, καθώς ακόμη και το πιο
σταθερό στήριγμα της κυβέρνησης, η
τρόικα, θέτει νέους όρους για την εμπιστοσύνη που παρέχει. Η περιβόητη πολιτική διαπραγμάτευση είναι
απλά προϊόν φαντασίωσής και τροφή για επικοινωνιακά βαυκαλήματα.
Ποια ανάπτυξη;
Ακούγοντας ομιλίες διαφόρων κυβερνητικών
στελεχών, είναι να απορεί κανείς για το ποια στοιχεία, ποια ανάλυση τεκμηριώνει
και αποδεικνύει ότι μπορεί να επέλθει ανάπτυξη χωρίς δημόσιες επενδύσεις. Χωρίς
το δημόσιο έλεγχο στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, όπως είναι η ενέργεια, το
νερό, οι Μεταφορές.
Η περιφορά του κ. Σαμαρά ανά τον κόσμο για
προσέλκυση επενδυτών-αγοραστών των πλέον απαραίτητων δημόσιων υποδομών δεν
είναι ανάπτυξη. Είναι ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας. Βάζουν στη γωνία τον κόσμο της εργασίας
τσακίζοντάς μισθούς και εργασιακά
δικαιώματα. Έτσι πετυχαίνουν άραγε την ανταγωνιστικότητα;
Ονομάσανε ανάπτυξη τις
μεταρρυθμίσεις στην Αυτοδιοίκηση, στην
Παιδεία, στην Υγεία, στερώντας βασικά συνταγματικά δικαιώματα.
Στη χώρα του 60% ανεργίας
των νέων, των 2.000.000 ανέργων, των 5.000 χιλιάδων αυτοκτονιών, του κόσμου που
πεινάει και κρυώνει, των 25€ για εισαγωγή στο νοσοκομείο και της απώλειας, όταν
θα έχουν απελευθερωθεί οι πλειστηριασμοί, της πρώτης κατοικίας ο πρωθυπουργός βρήκε να υποσχεθεί μόνο δωρεάν wifi για
όλους. Μήπως θυμήθηκε ο πρωθυπουργός τα
εκατομμύρια ευρώ του Γ ΚΠΣ που πήγαν σε wifi εφαρμογές, που σήμερα όμως ελάχιστοι δήμοι μπορούν να πληρώνουν την μικρή συνδρομή για να τις κρατούν
ανοικτές σε 1-2 πλατείες; Πόσο ακόμα προκλητικός απέναντι στην κοινωνία μπορεί να
είναι ο πρωθυπουργός; Τίποτα δεν τον σταματά από το να ευτελίζει υπηρεσίες και
ανάγκες, καταστρέφοντας παλιές δομές, δήθεν για να φτιάξει νέες.
Ανάπτυξη, επίσης, βαφτίσανε
τις τσάμπα ψηφιακές συχνότητες στους διαπλεκόμενους καναλάρχες (εκεί
παραβαίνουν ακόμα και τα εγγεγραμμένα έσοδα στο μνημόνιο και κάνουν αντίσταση
στην τρόικα!) και την, ο Θεός να την κάνει, πώληση των 28 δημόσιων κτηρίων
έναντι 261 εκατομμυρίων με υποχρέωση καταβολής ενοικίων 600 εκατομμυρίων συν
την ασφάλιση, γράφοντας και εκεί νέες μαύρες σελίδες νομιμοφανούς διαπλοκής.
Διαρθρωτικό μέτρο βαφτίσανε
τη διάλυση του δημόσιου τομέα. Τολμάνε μάλιστα να μας κουνάνε το χέρι αυτοί που
λειτούργησαν πελατειακά τα τελευταία 40 χρόνια.
Σε ποια μελέτη, ποιου οίκου
βασίζονται, αλήθεια, για να υποστηρίξουν ότι ανάπτυξη έρχεται χωρίς δημόσιες
επενδύσεις;
Στο Πρόγραμμα Δημοσίων
Επενδύσεων το 2012, 7,7 δις προϋπολογισθείσες πιστώσεις, οι πληρωμές έφθασαν τα
5,8 δις, όπως αποτυπώνεται στον
Απολογισμό των εσόδων και εξόδων
του Κράτους που καταθέσανε εχθές στο
Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Ποια ανάπτυξη ευαγγελίζονται
με ένα πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αυτής της τάξης; Τι πόροι έφθασαν στην
αγορά;
Ποια στρατηγική ανάπτυξης
διαθέτουν και υλοποιούν σε τέτοια περίοδο βαθιάς ύφεσης πέραν των συγχρηματοδοτούμενων
προγραμμάτων; Καμία.
Αλλά ακόμη και τα
συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα πώς να υλοποιηθούν, όταν μειώνουν το εθνικό
σκέλος και στερούν από τους φορείς τη δυνατότητα προετοιμασίας και υλοποίησης
μιας σειράς ενεργειών που δε συγχρηματοδοτούνται;
Διαλύοντας τη δημόσια
διοίκηση εγκαταλείψανε στο έλεός τους φορείς
που πρέπει να σπεύσουν αυτά τα 2 έτη
να μην χαθούν πόροι της ΕΕ.
Ιδιαίτερα στην Περιφέρεια
Δυτικής Μακεδονίας, που η σύμβαση πολλών
έργων έχει υπογραφεί, μπορούν αυτά να υλοποιηθούν;
Ανάπτυξη και παραγωγική
ανασυγκρότηση
Για εμάς, τον ΣΥΡΙΖΑ, η
ανάπτυξη βασίζεται στην παραγωγική ανασυγκρότηση.
Η πρότασή μας βάζει σε προτεραιότητα την
αναβάθμιση της εργασίας και τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, τις μικρομεσαίες
επιχειρήσεις.
Θέτει σε προτεραιότητα την
προστασία του περιβάλλοντος, την τεχνολογική πολιτική και παραγωγή
«εντάσεως γνώσης».
Το δικό μας Σχέδιο έχει
τρεις στόχους:
Τη δημιουργία θέσεων
εργασίας με αξιοπρεπείς όρους και τη μείωση της ανεργίας.
Την ισόρροπη, βιώσιμη και
περιεκτική ανάπτυξη.
Την εξισορρόπηση του
ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
Βεβαίως και η πρότασή μας βασίζεται στο
δημόσιο έλεγχο των υποδομών της χώρας. Απαραίτητο εργαλείο άσκησης κοινωνικής
πολιτικής από μια κυβέρνηση.
Το κοινοτικό δίκαιο, οι
Κανονισμοί της ΕΕ δεν υποχρεώνουν τη χώρα να προβεί σε πώληση των δημοσίων
υποδομών.
Οι παράλληλες
νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Ε.Ε. και του ΔΝΤ υποχρεώνουν τη χώρα να προβεί σε
πωλήσεις, επιθυμώντας να τη μετατρέψουν σε αποικία όπως και άλλες χώρες του
νότου. Γι αυτό εμείς θα επιμένουμε ότι δεν διαπραγματεύονται, απλά εκτελούν
διαταγές.
Έχουμε ακούσει δεκάδες
δηλώσεις διαφωνίας για συγκεκριμένα μέτρα από βουλευτές της
συγκυβέρνησης, ότι η κατάσταση αυτή δεν
πάει άλλο και ότι λυπούνται πάρα πολύ με τη δυστυχία του κόσμου και τα όσα
περνάει.
Όσοι συμφωνούσαν πραγματικά με αυτές τις
διαπιστώσεις, όφειλαν να δείξουν τη διαφωνία τους με την εφαρμοζόμενη πολιτική,
παίρνοντας αποστάσεις από αυτήν, καταγγέλλοντάς την.
Σ' αυτή τη συγκυρία η πρόταση
δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ένα επικοινωνιακό τέχνασμα, αλλά μια
ουσιαστική πρόταση που έθεσε το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων και τον καθένα
προ των ευθυνών του.
Η πρόταση δυσπιστίας ενάντια
στην κυβέρνηση είχε και έχει ως κύρια κατεύθυνση την κοινωνία. Δηλώνει ότι δεν
πάει άλλο με αυτήν την κυβέρνηση και καλεί τον ελληνικό λαό να κάνει τη δική
του λαϊκή μομφή κατά της κυβέρνησης με ένα μεγάλο ενωτικό εργατικό, λαϊκό και
αγωνιστικό ρεύμα δημοκρατικής και προοδευτικής ανατροπής.
Η ιστορία μας διδάσκει ότι
τα καθεστώτα, πριν καταρρεύσουν, καταφεύγουν στον αυταρχισμό, στις νομιμοφανείς
παρανομίες και στις γραφικότητες. Η κυβέρνηση έκανε και τα τρία.
Ωστόσο φαίνεται ότι ήρθε η
ώρα της μεγάλης κοινωνικής ανατροπής, ήρθε η ώρα να επιστρέψει η δημοκρατία, η
λαϊκή κυριαρχία και η εθνική ανεξαρτησία στον τόπο μας.
*Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ
Π.Ε. Κοζάνης