Εμπα στο σχήμα του άλλου
Από τη μια, ο χαμός, από την άλλη, τα όσπρια των πολιτικών. Χάθηκε η λεγόμενη λαϊκή σοφία από προσώπου γης. Τα μέσα των ανθρώπων ζητάνε νέφτι. Να παραγγείλουμε δέκα εκατομμύρια παραμάνες, δέκα εκατομμύρια αγκαλιές· κι άλλους τόσους ψυχίατρους. Ποιος κοροϊδεύει ποιον σε τούτη τη χώρα;
Ακόμη και ο Ιησούς (σας) κάθησε πάνω στον γάιδαρο, ενώ θα μπορούσε να κόβει βόλτες καθισμένος πάνω σε λιοντάρι. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που λάτρεψε τους τρελούς, ο Ιησούς. Οι τρελοί ήταν η μεγάλη του αγάπη. Αλλά η τρέλα, καθώς δεν είναι ηδονή, ανήκει στα παρακατιανά φαινόμενα. Υπερέχει η αγάπη. Η πιο φοβερή ιδιότητα είναι, πράγματι, εκείνη του αγαπημένου.
Παρ' όλα αυτά, αγαπητέ μου φίλε, παραμορφώνεις ακόμη και όταν αγαπάς, ακόμη και όταν σκέφτεσαι παραμορφώνεις. Μπορείς να κάνεις όμως ένα χωρατό και αίφνης να φωτίσεις. Παρανοϊκέ.
Πρέπει να βρεθεί κάποιος να οδηγήσει αυτή την επανάσταση· ξέρεις, αυτή που σκεφτόμαστε να γίνει. Να μετρηθούμε μη λείπει κανείς.
Αν βρισκόταν η απόλυτη βρισιά θα άξιζε να βρίσεις. Αυτή τη χώρα πρέπει να την πάρεις από το χέρι και να της δείξεις το λούνα παρκ της ζωής. Σοβαρέψαμε απότομα.
Οι άνθρωποι δεν είναι χαρούμενοι, γι' αυτό και δεν αντέχουν να ζουν φτωχοί. Η φτώχεια όμως λέγεται καταστροφή, όχι η θλίψη.
Ολόκληρο το σύμπαν, από το κελάρι των αναγκών ώς την ταράτσα των επιθυμιών, συνταράσσεται από τις εξελίξεις. Ξεφυτρώνουν όμως κάποια όμορφα συνθήματα: «Σ' αυτή τη χώρα οι μαλάκες είναι περισσότεροι από τους ανέργους» ή «Οι μαλακίες πληρώνονται σ' αυτή τη ζωή, οι αμαρτίες στην άλλη».
Από κάτω, στον δρόμο, οι άνθρωποι στο καφενείο γέρνουν πάνω στα ξύλινα τραπέζια σαν τα ακρόφυλλα της κλαίουσας ιτιάς. Η λέξη «θυμάσαι», μ' ένα ερωτηματικό στο τέλος, ξεφεύγει από τα χείλη τους. Σπρώχνουν την κουβέντα στις μνήμες που γι' αυτούς κάτι σημαίνουν. Δεν συγκινούνται πια με τίποτα, παρά μόνο με τους ίδιους τους εαυτούς τους. Κατεβαίνω για να πάρω παγάκια και ο καφετζής μού λέει: «Τι γίνεται; Πώς τα βλέπεις τα πράγματα;», κοιτάζει τις μύτες των παπουτσιών του και ύστερα ψελλίζει «ανησυχώ...». «Να ανησυχείς», του λέω, «αλλά όχι μόνο». Του κλείνω το μάτι και χαμογελώ. Χαμογελά κι εκείνος.
Ποιος θέλει για γείτονά του τον Ιώβ;
Κινδυνεύω να γίνω διδακτικός, δεν το επιτρέπω στον εαυτό μου. Στον εαυτό που σεργιανίζει στα επτά γράμματα της λέξης «ενότητα». Προοπτικές, οράματα, σπέκουλες για την ανθρωπότητα, μα όχι με την ανθρωπότητα.
Ανεβαίνω στο σπίτι και κοιτάζω τα παγάκια να λιώνουν. Στις τηλεοράσεις ξανά έκτακτα δελτία για τις εκρήξεις βίας στο κέντρο της Αθήνας. Βάζω να παίξει ένας δίσκος του Πέτερ Μπρότζμαν (Ρ. Brotzmann). Η διαφορά, άλλοτε ύψιστη, άλλοτε δυναστεία. Τα σχήματα του παγωμένου νερού, πριν αποκτήσουν τα σχήματα του νερού. Ο άνθρωπος έχει μείνει τραγικά πίσω. Πολύ πιο πίσω από τον μονόλογο που μετετράπη σε διάλογο μέσα στον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που είναι τουλάχιστον δύο. Τον άνθρωπο που δεν γονατίζει γιατί απαρνιέται τις απαντήσεις περισσότερο από τα ερωτήματα. Ζει με τα ερωτήματα και με το τελευταίο θα σκεπαστεί στο νεκροκρέβατο. Είναι ένα είδος αδιαφορίας, αλλά χωρίς ξέφτια και υπολείμματα.
Ο άνθρωπος είναι το ερώτημα. Και κινδυνεύει να είναι πολύ αργά για να θέσει τον εαυτό του στον ντορβά.
Εκεί μπροστά, αν τελικά αποφασίσεις να πας, θα βρεις μονάχα καρδιά. Θυμήσου να μην κάνεις τίποτα για την καρδιά, αλλά με την καρδιά. Εμπα στο σχήμα του άλλου για να διαστείλεις το σχήμα.
Κλάψε, αλλά μετά γέλα. Το γέλιο είναι η μοναδική τρύπα που μπορείς ν' ανοίξεις σε τούτη τη γοργόφτερη έρημο και να γίνει πηγάδι. Πιες. Κι αν χρειαστεί, κολύμπα.
Γιάννης Λειβαδάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου