Η Βεγορίτιδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας λίμνης που επί 50 χρόνια υφίσταται τη ληστρική ανθρώπινη εκμετάλλευση με την ευθύνη της κεντρικής εξουσίας, της αυτοδιοίκησης, αλλά και τη συνενοχή της τοπικής κοινωνίας .
Η λίμνη, μια από τις βαθύτερες της Ελλάδας, έχει σημαντική οικολογική αξία, λόγω της ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων που διαθέτει, και βρίσκεται υπό καθεστώς προστασίας (Natura 2000).
Με βάση μετρήσεις του ΙΓΜΕ η Βεγορίτιδα έχει χάσει το 65 % του όγκου της, ενώ η στάθμη της έπεσε κατά 32 μέτρα περίπου. Οι κυριότερες αιτίες για την αφαίμαξη αυτή αρχικά ήταν η εκτροπή τεράστιων ποσοτήτων προς τον ΥΗΣ Άγρα στο Ν. Πέλλης και στη συνέχεια η άντληση μεγάλων ποσοτήτων νερού για τον ΑΗΣ της ΔΕΗ στο Αμύνταιο (μέχρι το 1997), καθώς και οι πολλές και ανεξέλεγκτες αρδευτικές γεωτρήσεις.
Συνέπεια της ποσοτικής και ποιοτικής υποβάθμισης της λίμνης είναι η μείωση της ιχθυοπαραγωγής και η σοβαρή συρρίκνωση των πληθυσμών της πρασινοκέφαλης πάπιας και του κορήγονου.
Απέναντι στη φθίνουσα εδώ και χρόνια πορεία της λίμνης η παρέμβαση της Πολιτείας αποδείχτηκε απελπιστικά αργή και άτολμη. Η απροθυμία της να ελέγξει ή και να συγκρουστεί με τους χρήστες των νερών της λίμνης ήταν και είναι φανερή. Περιφερειάρχες, νομάρχες και δήμαρχοι ανάλωσαν πολύ χρόνο και χρήμα σε καταγραφές, υποσχέσεις, και συνέδρια, χωρίς όμως χειροπιαστά αποτελέσματα. H λίμνη παραμένει ανοχύρωτη. Δεν συστήθηκε Φορέας Διαχείρισης, δεν προχώρησε η Εδική Περιβαλλοντική Μελέτη ΕΠΜ (το βασικό εργαλείο διαχείρισης), δεν εκπονήθηκαν διαχειριστικά σχέδια υδάτων στη λεκάνη απορροής της, δεν έκλεισαν οι παράνομες γεωτρήσεις, δεν εφαρμόστηκαν συστήματα εξοικονόμησης νερού (στάγδην άρδευση κλπ).
Η αντίδραση των γειτονικών οικισμών στην εξόντωση της λίμνης ήταν υποτονική, με ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις (Σύλλογος προστασίας Βεγορίτιδας και μερικά στελέχη της αυτοδιοίκησης). Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι μερικά παραλίμνια χωριά (Φαράγγι, Μανιάκι, Βεγόρα κλπ) είχαν και «εδαφικά οφέλη» μετά το 1990, αφού ορισμένοι κάτοικοι -με το έτσι θέλω- άρχισαν τις καταπατήσεις στα 16.000 στρέμματα που αποκαλύφτηκαν από τη συρρίκνωση της λίμνης.
Η παράνομη και άστοχη επέκταση των καλλιεργειών στις παρυφές της λίμνης (ενέργεια στην οποία αντέδρασαν οι τοπικές οικολογικές οργανώσεις), αύξησε την κατανάλωση νερού και άνοιξε τις ορέξεις για νέες διεκδικήσεις μέσω «συλλόγων ακτημόνων» και ατομικές καταπατήσεις.
Ειδικά οι τελευταίες έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα, καθώς αφορούν όλες σχεδόν τις λίμνες του Αμυνταίου. Οι καταπατητές είναι μόνιμος πονοκέφαλος, καθώς χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να επιτύχουν το σκοπό τους.
Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Ενώ δεν έχει γίνει η οριστική διανομή των νέων γαιών, πυκνώνουν τα κρούσματα αυθαίρετων καλλιεργειών και φυτεύσεων δένδρων για να δημιουργηθούν τετελεσμένα γεγονότα. Τους τελευταίους μήνες είναι συχνά και τα κρούσματα καύσης των καλαμιώνων, ώστε να απελευθερωθούν και νέα εδάφη. Οι καλαμιώνες όμως είναι βασικό και αναντικατάστατο στοιχείο του οικοσυστήματος της λίμνης. Αποτελούν σημαντικό ενδιαίτημα για τα πουλιά, αλλά και για τα ψάρια προσφέροντάς τους καταφύγιο αλλά και κατάλληλους τόπους αναπαραγωγής. Η καταστροφή τους είναι παράνομη και πρέπει να τιμωρείται παραδειγματικά. Οι τοπικές Αρχές, οι Δήμοι και η Νομαρχία, καθώς και το ΥΠΕΚΑ πρέπει να συνεργαστούν και να επέμβουν άμεσα. Είναι υποχρέωση τους να υπερασπιστούν μια «προστατευόμενη» (αλλά συνεχώς βιαζόμενη) περιοχή Natura.
Στο «χορό» έχουν μπει και οι Σύλλογοι ακτημόνων, οι οποίοι περιμένουν να τους διανεμηθούν τα εδάφη που προέκυψαν από την ακρωτηριασμένη λίμνη. Η κατάσταση έχει οξυνθεί καθώς οι καταπατητές και οι «νόμιμοι δικαιούχοι» διαγκωνίζονται να μετατρέψουν σε χωράφια το πρώην πυθμένα της λίμνης Βεγορίτιδας. Τις προάλλες μάλιστα είχαμε τη γνωστή κατάληψη του Δήμου Φιλώτα από τους ακτήμονες, οι οποίοι πιέζουν να τελειώσει η οριστική διανομή.
Παρότι εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι κακώς παραχωρήθηκε και διανεμήθηκε προσωρινά ένα μέρος του «πρώην» πυθμένα της λίμνης πριν οποιαδήποτε περιβαλλοντική – διαχειριστική μελέτη, οφείλουμε να δούμε τη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και να προτείνουμε μια διαχείριση που δεν θα επιδεινώσει την κατάσταση της λίμνης και του περιβάλλοντα χώρο. Με βάση τα παραπάνω πρεσβεύουμε ότι:
• Οι καταπατητές δεν έχουν καμιά θέση σε οποιαδήποτε περίπτωση.
• Οι ακτήμονες πρέπει να περιμένουν να συνταχθεί η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη ΕΠΜ της Βεγορίτιδας που αποφάσισαν να χρηματοδοτήσουν οι Δήμοι Αμυνταίου και Βεγορίτιδας. Με βάση τη μελέτη θα οριοθετηθεί η προστατευόμενη περιοχή, θα καθοριστούν ζώνες χρήσεων γης και θα οριστούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις προς οριστική διανομή. Σε καμιά περίπτωση αυτές δεν πρέπει να είναι κάτω από το υψόμετρο 515,5 μ. που θεωρείται «κόκκινη γραμμή» για την προστασία του λιμναίου οικοσυστήματος, (+ η προβλεπόμενη περιμετρικά παρόχθια ζώνη). [Με βάση μια πιο αυστηρή προσέγγιση το 515,5 δεν εξασφαλίζει την επαναφορά της λίμνης στην προηγούμενη κατάσταση (προ του 1960) και συνεπώς πρέπει να βάλουμε τον «πήχη» ψηλότερα, στην αρχική φυσική του θέση].
• Στη συνέχεια, με βάση την ΕΠΜ πρέπει να εκδοθούν οι αντίστοιχες πράξεις της Διοίκησης (ΚΥΑ, ΠΔ) και να εκπονηθεί Διαχειριστικό Σχέδιο για πέντε (5) τουλάχιστον έτη, στο οποίο μεταξύ των άλλων θα προταθούν τα καλλιεργήσιμα είδη, ο τρόπος άρδευσης κλπ.
• Αυτονόητη βέβαια είναι η ίδρυση και λειτουργία Φορέα Διαχείρισης των λιμνών Αμυνταίου, ο οποίος θα έπρεπε να στηθεί εδώ και αρκετά χρόνια. Ο Φορές θα πρέπει να στηριχτεί πλήρως (στελέχωση – στέγαση - εξοπλισμός), ώστε να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του.
Αυτή είναι η νόμιμη και η επιστημονική διαδικασία.
Στην Ελλάδα συνήθως ακλουθούμε αυτό το δρόμο από την .. ανάποδη: Δημιουργούμε τετελεσμένα γεγονότα και μετά κοτσάρουμε μια «μελέτη» για να τα επικυρώσει. Ας δουλέψουμε και μια φορά από την καλή, με βάση το «επιστημονικό κεκτημένο».
Η λίμνη, μια από τις βαθύτερες της Ελλάδας, έχει σημαντική οικολογική αξία, λόγω της ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων που διαθέτει, και βρίσκεται υπό καθεστώς προστασίας (Natura 2000).
Με βάση μετρήσεις του ΙΓΜΕ η Βεγορίτιδα έχει χάσει το 65 % του όγκου της, ενώ η στάθμη της έπεσε κατά 32 μέτρα περίπου. Οι κυριότερες αιτίες για την αφαίμαξη αυτή αρχικά ήταν η εκτροπή τεράστιων ποσοτήτων προς τον ΥΗΣ Άγρα στο Ν. Πέλλης και στη συνέχεια η άντληση μεγάλων ποσοτήτων νερού για τον ΑΗΣ της ΔΕΗ στο Αμύνταιο (μέχρι το 1997), καθώς και οι πολλές και ανεξέλεγκτες αρδευτικές γεωτρήσεις.
Συνέπεια της ποσοτικής και ποιοτικής υποβάθμισης της λίμνης είναι η μείωση της ιχθυοπαραγωγής και η σοβαρή συρρίκνωση των πληθυσμών της πρασινοκέφαλης πάπιας και του κορήγονου.
Απέναντι στη φθίνουσα εδώ και χρόνια πορεία της λίμνης η παρέμβαση της Πολιτείας αποδείχτηκε απελπιστικά αργή και άτολμη. Η απροθυμία της να ελέγξει ή και να συγκρουστεί με τους χρήστες των νερών της λίμνης ήταν και είναι φανερή. Περιφερειάρχες, νομάρχες και δήμαρχοι ανάλωσαν πολύ χρόνο και χρήμα σε καταγραφές, υποσχέσεις, και συνέδρια, χωρίς όμως χειροπιαστά αποτελέσματα. H λίμνη παραμένει ανοχύρωτη. Δεν συστήθηκε Φορέας Διαχείρισης, δεν προχώρησε η Εδική Περιβαλλοντική Μελέτη ΕΠΜ (το βασικό εργαλείο διαχείρισης), δεν εκπονήθηκαν διαχειριστικά σχέδια υδάτων στη λεκάνη απορροής της, δεν έκλεισαν οι παράνομες γεωτρήσεις, δεν εφαρμόστηκαν συστήματα εξοικονόμησης νερού (στάγδην άρδευση κλπ).
Η αντίδραση των γειτονικών οικισμών στην εξόντωση της λίμνης ήταν υποτονική, με ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις (Σύλλογος προστασίας Βεγορίτιδας και μερικά στελέχη της αυτοδιοίκησης). Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι μερικά παραλίμνια χωριά (Φαράγγι, Μανιάκι, Βεγόρα κλπ) είχαν και «εδαφικά οφέλη» μετά το 1990, αφού ορισμένοι κάτοικοι -με το έτσι θέλω- άρχισαν τις καταπατήσεις στα 16.000 στρέμματα που αποκαλύφτηκαν από τη συρρίκνωση της λίμνης.
Η παράνομη και άστοχη επέκταση των καλλιεργειών στις παρυφές της λίμνης (ενέργεια στην οποία αντέδρασαν οι τοπικές οικολογικές οργανώσεις), αύξησε την κατανάλωση νερού και άνοιξε τις ορέξεις για νέες διεκδικήσεις μέσω «συλλόγων ακτημόνων» και ατομικές καταπατήσεις.
Ειδικά οι τελευταίες έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα, καθώς αφορούν όλες σχεδόν τις λίμνες του Αμυνταίου. Οι καταπατητές είναι μόνιμος πονοκέφαλος, καθώς χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να επιτύχουν το σκοπό τους.
Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Ενώ δεν έχει γίνει η οριστική διανομή των νέων γαιών, πυκνώνουν τα κρούσματα αυθαίρετων καλλιεργειών και φυτεύσεων δένδρων για να δημιουργηθούν τετελεσμένα γεγονότα. Τους τελευταίους μήνες είναι συχνά και τα κρούσματα καύσης των καλαμιώνων, ώστε να απελευθερωθούν και νέα εδάφη. Οι καλαμιώνες όμως είναι βασικό και αναντικατάστατο στοιχείο του οικοσυστήματος της λίμνης. Αποτελούν σημαντικό ενδιαίτημα για τα πουλιά, αλλά και για τα ψάρια προσφέροντάς τους καταφύγιο αλλά και κατάλληλους τόπους αναπαραγωγής. Η καταστροφή τους είναι παράνομη και πρέπει να τιμωρείται παραδειγματικά. Οι τοπικές Αρχές, οι Δήμοι και η Νομαρχία, καθώς και το ΥΠΕΚΑ πρέπει να συνεργαστούν και να επέμβουν άμεσα. Είναι υποχρέωση τους να υπερασπιστούν μια «προστατευόμενη» (αλλά συνεχώς βιαζόμενη) περιοχή Natura.
Στο «χορό» έχουν μπει και οι Σύλλογοι ακτημόνων, οι οποίοι περιμένουν να τους διανεμηθούν τα εδάφη που προέκυψαν από την ακρωτηριασμένη λίμνη. Η κατάσταση έχει οξυνθεί καθώς οι καταπατητές και οι «νόμιμοι δικαιούχοι» διαγκωνίζονται να μετατρέψουν σε χωράφια το πρώην πυθμένα της λίμνης Βεγορίτιδας. Τις προάλλες μάλιστα είχαμε τη γνωστή κατάληψη του Δήμου Φιλώτα από τους ακτήμονες, οι οποίοι πιέζουν να τελειώσει η οριστική διανομή.
Παρότι εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι κακώς παραχωρήθηκε και διανεμήθηκε προσωρινά ένα μέρος του «πρώην» πυθμένα της λίμνης πριν οποιαδήποτε περιβαλλοντική – διαχειριστική μελέτη, οφείλουμε να δούμε τη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και να προτείνουμε μια διαχείριση που δεν θα επιδεινώσει την κατάσταση της λίμνης και του περιβάλλοντα χώρο. Με βάση τα παραπάνω πρεσβεύουμε ότι:
• Οι καταπατητές δεν έχουν καμιά θέση σε οποιαδήποτε περίπτωση.
• Οι ακτήμονες πρέπει να περιμένουν να συνταχθεί η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη ΕΠΜ της Βεγορίτιδας που αποφάσισαν να χρηματοδοτήσουν οι Δήμοι Αμυνταίου και Βεγορίτιδας. Με βάση τη μελέτη θα οριοθετηθεί η προστατευόμενη περιοχή, θα καθοριστούν ζώνες χρήσεων γης και θα οριστούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις προς οριστική διανομή. Σε καμιά περίπτωση αυτές δεν πρέπει να είναι κάτω από το υψόμετρο 515,5 μ. που θεωρείται «κόκκινη γραμμή» για την προστασία του λιμναίου οικοσυστήματος, (+ η προβλεπόμενη περιμετρικά παρόχθια ζώνη). [Με βάση μια πιο αυστηρή προσέγγιση το 515,5 δεν εξασφαλίζει την επαναφορά της λίμνης στην προηγούμενη κατάσταση (προ του 1960) και συνεπώς πρέπει να βάλουμε τον «πήχη» ψηλότερα, στην αρχική φυσική του θέση].
• Στη συνέχεια, με βάση την ΕΠΜ πρέπει να εκδοθούν οι αντίστοιχες πράξεις της Διοίκησης (ΚΥΑ, ΠΔ) και να εκπονηθεί Διαχειριστικό Σχέδιο για πέντε (5) τουλάχιστον έτη, στο οποίο μεταξύ των άλλων θα προταθούν τα καλλιεργήσιμα είδη, ο τρόπος άρδευσης κλπ.
• Αυτονόητη βέβαια είναι η ίδρυση και λειτουργία Φορέα Διαχείρισης των λιμνών Αμυνταίου, ο οποίος θα έπρεπε να στηθεί εδώ και αρκετά χρόνια. Ο Φορές θα πρέπει να στηριχτεί πλήρως (στελέχωση – στέγαση - εξοπλισμός), ώστε να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του.
Αυτή είναι η νόμιμη και η επιστημονική διαδικασία.
Στην Ελλάδα συνήθως ακλουθούμε αυτό το δρόμο από την .. ανάποδη: Δημιουργούμε τετελεσμένα γεγονότα και μετά κοτσάρουμε μια «μελέτη» για να τα επικυρώσει. Ας δουλέψουμε και μια φορά από την καλή, με βάση το «επιστημονικό κεκτημένο».
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ
ΟΙΚΟ-ΔΙΚΤΥΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ
ΟΙΚΟ-ΔΙΚΤΥΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου